Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

Φωτιά

Όποιος δεν έζησε χαρές που βγαίνουν απ΄τα μάτια
Ποτέ μέσα στα ποιήματα δεν βρίσκει ομορφιά
Μήτε στου σκύλου τη ματιά που σε κοιτά καθάρια
Μα ούτε σ΄ εκείνα του σταυρού τα μυτερά καρφιά

Ασύνδετη μένει η ψυχή στης ομορφιάς την γλώσσα
Σαν έρωτες την προσπερνούν κι αυτή τυφλή διψά
Της λείπει εκείνος ο χορός γύρω από την φωτιά
Π΄ανάβουν ποιητές τρελοί για να την έχουν μούσα

Μα η πατρίδα της καρδιάς δεν ζει μέσα στο σώμα
Μόνο ελεύθερη γύρνα και ψάχνει για κατοίκους
Που την καρδιά τους πέταξαν μέσα σε μια φωτιά
Να καίει σαν ορόσημο στης ομορφιάς τους κήπους

Κυριακή 12 Ιουνίου 2011

Θαλασσινό Φθινόπωρο

Έπαψα τώρα να μιλώ με μνήμες φθισικές
Με σκουριασμένα σίδερα που τά΄φαγε ο χρόνος
Λόγια που έσταζαν αργά σε νόθες Κυριακές
Θα προσπεράσω σαν τυφλός ζητιάνος γυρολόγος

Για τα λιμάνια πού΄μειναν στο νου μου σαν λεκές
Εκεί που μάταια ξόδευα τη σάρκα μου την γκρίζα
Τις νύχτες που καβάλαγα διαόλους κι αστραπές
Πως έχασα απ΄τα χέρια μου την ζυγαριά δεν είδα

Σαν δένδρο τώρα θα σταθώ ακούνητος εδώ
Και την αλμύρα που έφαγα στις θάλασσες θα φτύσω
Μήτε τα μάτια μου να δουν να πλέουν στο νερό
Καράβια θανατόψυχα που μ΄έμαθαν να βρίζω

Θα κλαίω τώρα μοναχός τ΄αγέννητο παιδί
Μιας γυναίκας πού ‘ θελε να θρέψη την ψυχή μου
θα ΄ρθω της είπα κι έφυγα μ΄ένα παλιό σκαρί
μα πρόλαβε ο θάνατος και ήρθε στην αυλή μου

Αυτό που πάντα ήθελα σαν έρθει η στιγμή
Να ρίξουν το κουφάρι μου γυμνό σε μια φουρτούνα
Θα ξεραθώ απότιστος σε τούτη εδώ τη γη
Γιατί σε μια αγκαλιά ποτέ μου δεν χωρούσα