Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Παραμύθι

Καθόμουν στο παράθυρο και σιγοτραγουδούσα
Δυο νότες φάλτσες γλίστρησαν απ΄ το στόμα μου
Κ΄ έπεσαν στο πλακόστρωτο της πλατειάς
Δυο μικροί σπίνοι κατεβήκαν και τις πήραν
Πέταξαν για λίγο και μετά τις άφησαν
Στο καπέλο ενός πλανόδιου μουσικού

Αυτός έσκυψε τις πήρε και τις κοίταξε
Χαμογέλασε με ευχαρίστηση
Έβγαλε από την τσέπη του ένα χαρτί
Πάνω του ένα ζωγραφισμένο πεντάγραμμο
Άφησε της νότες να πέσουν στο χαρτί
Κι αυτές αμέσως πήραν τη θέση τους
Σε δυο κενά ανάμεσα στις άλλες

Ακούμπησε το χαρτί κάτω
Και έβγαλε το σαξόφωνο απ΄ τη θήκη του
Άρχισε να παίζει την σύνθεση του με πάθος
Οι περαστικοί σταμάτησαν και άκουγαν με προσοχή
Η μουσική του πλημμύρισε την πλατεία
Ακόμη και τα πουλιά έκαναν ησυχία

Σαν τέλειωσε ένα δάκρυ του γλίστρησε και έπεσε κάτω
Ένα λουλουδάκι σε μια χαραμάδα του πλακόστρωτου
Το ρούφηξε και πήρε παράταση ζωής

Από τότε άρχισα να τραγουδώ φάλτσα
Ο μουσικός να ταΐζει τα πουλιά
Και το λουλουδάκι πρόσμενε ένα του δάκρυ


Τίποτε δεν πάει χαμένο
Ίσως το κακό να είναι το καλό σε λάθος θέση.-

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα