Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Μιά νύχτα

Με μια ξάστερη ματιά χαϊδεύω τις κορυφές των δένδρων
Περιμένοντας υπομονετικά την αυγή να γεννήσει τον γιο της
Η νύχτα βαδίζει αργά
Απ’ τα μεσάνυχτα γαντζωμένος απ’ το βράχο της σκέψης μου
Ατενίζω μια πόλη που πρόκειται να χαθεί
Όχι τώρα ίσως ούτε αύριο
Μα θα χαθεί μόλις μαραθούν οι καρδιές των ανθρώπων της
Μέχρι τότε θα κοιτώ τη σκουριά που την αλώνει
Μέτρο μέτρο

Μια θολούρα απλώνεται από την πόλη προς το μαύρο της νύχτας
Δεν είναι σκόνη
Είναι μύριες χαμένες σκέψεις, ελπίδες, προσδοκίες, αλλά και θάνατος
Τα μάτια βουρκώνουν


Ακροβατώ πάνω στην ασημένια ανάσα της νύχτας
Κρατώντας για κοντάρι ισορροπίας μια ουτοπία
Με μια ελπίδα από όνειρο βγαλμένη
Αλλά στεγνή, απότιστη από το χέρι της λαχτάρας

Φύτεψα μια ευχή στον αέρα και φύσηξα
Μακάρι να βρει το δρόμο της

Το ξημέρωμα άνθισε σαν λουλούδι
Ένα αεράκι φύσηξε απαλά
Το κλάμα ενός μωρού μ’ έβγαλε από τις σκέψεις μου

Χαμογέλασα, σηκώθηκα απ’ την πέτρα μου
Και τράβηξα προς την πόλη

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα